Η ελαιοκαλλιέργεια στην Κρήτη

Ένα νέο παραγωγικό μοντέλο:
Από την οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση στην εταιρική ενιαία αγροτική εκμετάλλευση. 

του Μανόλη Σοφ. Στρατάκη
Γεωπόνου – πρ.βουλευτή και υφ/γού

Όσο περνούν τα χρόνια γίνεται περισσότερο φανερό ότι το μοντέλο με το οποίο πορεύεται ο αγροτικός τομέας φθίνει καθημερινά για πολλούς και διάφορους λόγους με πάρα πολλές επιπτώσεις. 

Οι πιο σημαντικές είναι η εγκατάλειψη της υπαίθρου, η ερήμωση των χωριών, η μείωση του αγροτικού εισοδήματος, καθώς και η μείωση της ανταγωνιστικότητας των αγροτικών προϊόντων. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ελαιοκαλλιέργεια παρόλο που το ελαιόλαδο είναι εθνικό προϊόν και έχει μεγάλη συμμετοχή στις εξαγωγές του αγροτικού τομέα. 

Μερικά νούμερα δίνουν την εικόνα αλλά δείχνουν και την ανάγκη για ένα άλλο παραγωγικό μοντέλο, ιδιαίτερα μετά τη μείωση του αγροτικού πληθυσμού, καθώς το μέχρι σήμερα μοντέλο έδωσε ό,τι ήταν να δώσει και δεν είναι πλέον ανταγωνιστικό.  

Ο νομός Ηρακλείου έχει, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, 13.300.000 ελαιόδεντρα και η παραγωγή είναι κατά μέσο όρο περίπου 50.000 τόνοι ελαιολάδου άριστης ποιότητας, δηλαδή περίπου το 1/5 της συνολικής παραγωγής της χώρας. Η μέση παραγωγή ελαιολάδου ανά δέντρο είναι 3,8 κιλά ήτοι περίπου 20 κιλά ελαιοκάρπου, ενώ είναι γνωστό ότι σε δέντρα που εφαρμόζονται στοιχειωδώς καλές γεωργικές πρακτικές, ο παραγόμενος ελαιόκαρπος κατ’ έτος ξεπερνά τα 50 κιλά δηλαδή διαπιστώνεται μια υπολειμματική αξιοποίηση του υφιστάμενου φυτικού κεφαλαίου αφού το ποσοστό αξιοποίησης είναι μόνο 40% ή και λιγότερο. 

 Αν ληφθεί υπόψη ότι η ελιά δεν έχει μη αξιοποιήσιμα υπολείμματα γιατί τα μεν φύλλα αποτελούν άριστη ζωοτροφή τα δε κλαδιά άριστη καύσιμη ύλη, ή σε έσχατη περίπτωση οργανικό λίπασμα, ενώ σήμερα καίγονται, τότε η ωφέλεια μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερη. 

Αν δε, η καλλιέργεια της ελιάς συνδυαστεί με την καλλιέργεια ψυχανθών για τον εμπλουτισμό του εδάφους με άζωτο, μπορούμε να έχουμε παραγωγή χονδροειδών ζωοτροφών άριστης ποιότητας. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σ’ έναν ιδανικό συνδυασμό της ελαιοκαλλιέργειας με σταβλισμένη αιγοπροβατοτροφία και με ελάχιστο κόστος σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα. Συνεπώς, μεγαλύτερο όφελος και ταυτόχρονα πλήρη απασχόληση και νέες θέσεις εργασίας. 

Πέρα όμως από τα παραπάνω, υπάρχουν κι άλλα προβλήματα σχετικά με τη μορφή που έχει σήμερα η αγροτική εκμετάλλευση, όπως η δυσκολία ανεύρεσης εργατών, η μη εκτέλεση των αναγκαίων καλλιεργητικών εργασιών, η ελλιπής καταπολέμηση ασθενειών και εχθρών και πολλά άλλα.  

Μια ματιά στον ελαιώνα του νομού πείθει για τα ανωτέρω, αφού διαπιστώνεται άμεσα ότι μόνο μικρό ποσοστό καλλιεργείται συστηματικά, ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό καλλιεργείται υποτυπωδώς ή και καθόλου. 

Επιπλέον, από τους κατοίκους της υπαίθρου και τους κατόχους αγροτικής περιουσίας μόνο ένα μικρό ποσοστό είναι ενεργοί αγρότες και ταυτόχρονα υπάρχει υπερπληθώρα μηχανολογικού εξοπλισμού αλλά όχι για το σύνολο των αναγκών. 

Με βάση τα παραπάνω και πολλά άλλα που θα μπορούσαν να λεχθούν, το ερώτημα είναι: Μπορεί αυτή η κατάσταση ν’ αλλάξει και πως; 

Σήμερα, που οι ιδιοκτησίες έχουν καταγραφεί και οριοθετηθεί με συντεταγμένες εξαιτίας του Κτηματολογίου και τα σύνορα δεν αλλάζουν, μπορούμε να πούμε ότι μπορεί ν’ αλλάξει το μοντέλο παραγωγής και ν’ αλλάξει μορφή η αγροτική εκμετάλλευση και από την πολυτεμαχισμένη οικογενειακή εκμετάλλευση να πάμε στην ενιαία εταιρική εκμετάλλευση. 

Υπάρχουν τα εργαλεία και οι μορφές των εταιρειών, από τις ετερόρρυθμες μέχρι τις ιδιωτικές κεφαλαιουχικές που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν. 

Μ’ αυτόν τον τρόπο θα δημιουργηθούν αγροτικές εκμεταλλεύσεις με μόνιμο προσωπικό αλλά και τη δυνατότητα ν’ απασχολήσουν και τους ιδιοκτήτες-εταίρους με ωριαία αμοιβή, όπως και τα μηχανήματά τους, όποτε και όσοι μπορούν, εφόσον το επιθυμούν. 

Ακόμη, οι επιχειρήσεις αυτές θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν τον θεσμό των γεωργικών συμβούλων ή ακόμη και σε μόνιμη απασχόληση γεωπόνο, κτηνίατρο, συντηρητή μηχανημάτων, αλλά και όποια άλλη ειδικότητα θα έχει ανάγκη η εκμετάλλευση. Εδώ, η στήριξη της πολιτείας θα μπορούσε να είναι ουσιαστική για την κάλυψη τέτοιων δαπανών, αφού και η Κοινή Αγροτική Πολιτική όχι μόνο το επιτρέπει αλλά και το προωθεί, και ταυτόχρονα να προωθήσει τη συνεχή επιμόρφωση του προσωπικού ώστε ν’ αξιοποιούνται πλήρως τα επιστημονικά επιτεύγματα σε όλους τους τομείς. 

Είναι φανερό ότι με αυτό το μοντέλο οργάνωσης της παραγωγής αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά πολλά από τα σημερινά διαρθρωτικά προβλήματα όπως το πρόβλημα του μικρού κλήρου, ο πολυτεμαχισμός της ιδιοκτησίας, η σπατάλη πόρων για υποαπασχολούμενο μηχανολογικό εξοπλισμό και κυρίως συμβάλλει στη δυνατότητα εφαρμογής καλών γεωργικών πρακτικών άρα αυξημένη παραγωγή με μικρότερο κόστος παραγωγής.

Επιπλέον, όμως, αυτή η μορφή εκμετάλλευσης θα δώσει και τη δυνατότητα της κάθετης οργάνωσης και της παρέμβασης στον τομέα της εμπορίας, αφού ο όγκος παραγωγής θα το επιτρέπει, ώστε η κάθε εκμετάλλευση να επωφελείται από την προστιθέμενη αξία που μπορεί να έχει το παραγόμενο προϊόν. 

Όλα αυτά θα μπορούσαν να επιτευχθούν σήμερα με μεγαλύτερη ευκολία, αν είχαν γίνει δεκτές οι προτάσεις μου, χρόνια τώρα, αλλά και άλλων ειδικών που έχουν αρθρογραφήσει για το θέμα, για τη δημιουργία και στήριξη πρότυπων-βιώσιμων αγροτικών εκμεταλλεύσεων ανά περιφέρεια και είδος καλλιέργειας, που θα αποτελούσαν σήμερα τα πρότυπα για ακόμη μεγαλύτερες και περισσότερο κερδοφόρες αγροτικές εκμεταλλεύσεις. 

Όμως, ποτέ δεν είναι αργά, αρκεί να κατανοήσουν πρώτα οι ενεργοί αγρότες και κυρίως η πολιτεία ότι το σημερινό μοντέλο που ξεκινάει από την ανταλλακτική οικονομία έχει κλείσει τον κύκλο του και τα νέα οικονομικά, κοινωνικά και δημογραφικά δεδομένα επιβάλλουν την αλλαγή μοντέλου ώστε και οι σημερινοί πολυπληθείς ιδιοκτήτες να παραμείνουν κάτοχοι της περιουσίας τους και να μην υποχρεωθούν να την πουλήσουν για κομμάτι ψωμί, όταν πλέον θα είναι εντελώς ασύμφορη η εκμετάλλευσή της αλλά και ο παραγόμενος πλούτος να μένει σε ελληνικά χέρια. 

Από μας εξαρτάται αν θα αφήσουμε το μεγάλο κεφάλαιο, που είναι κυρίως ξένο, να γίνει ιδιοκτήτης των περιουσιακών στοιχείων της χώρας και οι κάτοικοί της φθηνό εργατικό δυναμικό. 

Ιδού πεδίον δόξης λαμπρό, ώστε τα προοδευτικά κόμματα να συμπεριλάβουν στα προγράμματά τους για τον αγροτικό τομέα την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου και η πολιτεία με τη συνδρομή και της ΕΕ να στηρίξει αυτές τις προσπάθειες με επιστημονική στήριξη, ώστε πολυμετοχικές εταιρείες με μετόχους τους σημερινούς ιδιοκτήτες γης, να πάρουν στα χέρια τους τη νέα παραγωγική δομή στον αγροτικό τομέα, αλλά και να αυξήσουν την παραγωγή άρα και τον πλούτο της χώρας. 

Η αλήθεια για τη μεταφορά της έδρας του ENISA*

(*) του Μανόλη Σοφ. Στρατάκη
πρ. Υφυπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών

Διαβλέπω μια προσπάθεια ωραιοποίησης του αποτελέσματος της νέας Συμφωνίας Έδρας για τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ασφάλειας Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) και τη μεταφορά της έδρας του στην Αθήνα.

Διερωτώμαι, όμως, για τα δύο άρθρα της Συμφωνίας:
– Το άρθρο 1 αναφέρεται στη διατήρηση του γραφείου στο Ηράκλειο για τη διευκόλυνση της μεταφοράς της έδρας, χωρίς να αναφέρει εάν εναπομένουν σ’ αυτό κάποιες αρμοδιότητες και ποιες.
– Όμως το άρθρο 21, παρ.3 είναι αυτό που υποδηλώνει προθέσεις για το τι μέλλει γενέσθαι, ιδιαίτερα τώρα που ο ENISA έχει και τις αρμοδιότητες για την κυβερνοασφάλεια.

Συγκεκριμένα, το εν λόγω άρθρο μιλάει για δυνατότητα καταγγελίας της Συμφωνίας από οποιοδήποτε από τα μέρη και σαφώς υποκρύπτει τη δυνατότητα μεταφοράς της έδρας εκτός Ελλάδας, με το ίδιο σκεπτικό που πάει στην Αθήνα, δηλαδή την προσέλκυση προσωπικού υψηλού επιστημονικού επιπέδου.

Παρόμοιο άρθρο δεν υπήρχε στην πρώτη Συμφωνία Έδρας και αυτό από μόνο του λέει πολλά.

Αυτά προς γνώση όσων ψηφίζουν ή συνετέλεσαν σ’ αυτή την εξέλιξη που πραγματικά υποβαθμίζει τη χώρα και την καθηλώνει σε ένα ρόλο συμπληρωματικό των ισχυρών της Ευρώπης και που σε καμία περίπτωση δεν προάγει τις αρχές της περιφερειοποίησης και της αποκέντρωσης δομών και αρμοδιοτήτων, κάτι που είναι απόλυτα συνδεδεμένο με τις νέες τεχνολογίες και ήταν και το βασικό επιχείρημα που κυριάρχησε στο Συμβούλιο Υπουργών το 2003 που τότε, στην κυριολεξία, δόθηκε η έδρα του Οργανισμού στο Ηράκλειο.

Ηράκλειο, 18 Σεπτεμβρίου 2019

Νέο Διεθνές Αεροδρόμιο και ειδικό αναπτυξιακό σχέδιο της περιοχής (*)

(*) του Μανόλη Σοφ. Στρατάκη
πρ.Υφυπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών

Με αφορμή την προκήρυξη για το Ειδικό Αναπτυξιακό Σχέδιο του Δήμου Μινώα Πεδιάδας, επιθυμώ να συμβάλλω με μερικές σκέψεις και προτάσεις για την περιοχή, που είχαν αποτελέσει και την γενεσιουργό αιτία της όλης προσπάθειάς μου για ίδρυση του νέου αεροδρομίου, που σήμερα γίνεται πράξη με την ίδια διαδικασία και εφαρμογή της ίδιας μελέτης (έστω και κουτσουρεμένης) που εμείς, ως πολιτική ηγεσία του Υπουργείου το 2003, είχαμε αναθέσει, είχε εκπονηθεί αλλά και είχε κατατεθεί και συζητηθεί στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, παρόλο που εξαιτίας των πρόωρων εκλογών του 2004 δεν έφτασε ποτέ στην Ολομέλεια.
Θέλω να πιστεύω ότι οι προτάσεις μου θα υιοθετηθούν από τον μελετητή στον οποίο θα ανατεθεί το αναπτυξιακό σχέδιο αλλά πέραν αυτού αξίζει τον κόπο να τοποθετηθούν και οι υποψήφιοι Δήμαρχοι γι’ αυτές, γιατί νομίζω ότι πρέπει όλους να τους ενδιαφέρει να υπηρετήσουν ένα όραμα για την περιοχή και να μην αρκεστούν στην απλή διαχείριση υφιστάμενων δομών και καταστάσεων που πιθανόν να λειτουργούν και σε βάρος της περιοχής.

Θεωρώ, λοιπόν, ότι πρέπει και προτείνω:

1) Εκτός από τους συνδετήριες οδούς με το αεροδρόμιο που και αυτών οι μελέτες είχαν ανατεθεί και ολοκληρωθεί μαζί με τη μελέτη του αεροδρομίου, να υπάρξει ως αίτημα για τα επόμενα χρόνια η σύνδεση με μέσο σταθερής τροχιάς της πόλης του Ηρακλείου και της περιοχής της Χερσονήσου με το αεροδρόμιο και την περιοχή περιμετρικά απ’ αυτό.

2) Να προβλεφθεί ένας περιμετρικός δρόμος ταχείας κυκλοφορίας γύρω από το αεροδρόμιο που θα ξεκινάει από την κεντρική πύλη του αεροδρομίου και θα καταλήγει σ’ αυτήν, ενώνοντας το Θραψανό με το Αρκαλοχώρι, να συνεχίζει μέσω Γαζέπι Μύλου, να περνά από το Καστέλλι και ξανά στην κεντρική είσοδο του αεροδρομίου.

3) Όλα τα χωριά ή συστάδες χωριών του Δήμου να συνδεθούν μέσω κυκλικών κόμβων μ’ αυτό τον περιφερειακό δρόμο και ταυτόχρονα να προσδιοριστούν οι χρήσεις γης για να υπάρξει προγραμματισμένη ανάπτυξη σε συνδυασμό με το σχέδιο κάθε χωριού.

4) Να χαραχθεί νέος δρόμος που θα ενώνει το αεροδρόμιο με τα νότια παράλια του Δήμου και συγκεκριμένα από τη συμβολή του άξονα Ηράκλειο-Βιάννος με το νότιο οδικό άξονα και παράλληλα με την κοίτη του Αναποδάρη, ώστε η πρόσβαση να είναι εύκολη και γρήγορη προς τον παραλιακό οδικό άξονα που έχει χαρακτηριστεί ως νότιος του νότιου οδικού άξονα.

5) Να δρομολογηθούν τα έργα που προβλέπονται στην αξιόλογη μελέτη του πρώην Δημάρχου Χαράλαμπου Γιαννόπουλου για το υδάτινο δυναμικό της περιοχής, με προτεραιότητα τη δημιουργία, έστω και εκ των ενόντων, πρόχειρων φραγμάτων στον Αναποδάρη και τον Μπαμπουλάνη καταρχήν, για να γίνεται εμπλουτισμός του υδροφορέα που βρίσκεται στα 80-100μ, γιατί για τον εμπλουτισμό του υδροφορέα στο βάθος των 500μ πρέπει να υπάρξει σχεδιασμός για τον εμπλουτισμό του από τα πλημμυρικά νερά του οροπεδίου Λασιθίου.

6) Να προβλεφθεί η μελέτη δικτύων άρδευσης συνεχούς ροής για όλη την περιοχή, ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς των πηγών του νερού και η καθολική καθιέρωση της στάγδην άρδευσης. Επίσης, η διαχείριση των υφιστάμενων πηγών, (γεωτρήσεων, λιμνοδεξαμενών κλπ) να συντονίζεται από το Δήμο, σε συνεργασία με τους έχοντες τις πηγές (ΤΟΕΒ, Συνεταιρισμούς κλπ) σε κάθε περιοχή.

7) Το Σχέδιο να προβλέπει την αναπαλαίωση όλων των οικισμών του Δήμου και να καθιερωθούν από τη Δημοτική Αρχή διαγωνισμοί με βράβευση σε ετήσια βάση για τους τρεις πιο περιποιημένους και καθαρούς οικισμούς αλλά και για την ανάδειξη των παραδόσεων και των προϊόντων της περιοχής. Το μέτρο και οι δράσεις αυτές θα συμβάλλουν ώστε η περιοχή να μπορεί να φιλοξενεί καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου επισκέπτες, ξένους και ντόπιους, σε συνδυασμό με διάφορα δρώμενα που θα αναδεικνύουν τα τοπικά προϊόντα και θα δίνουν προστιθέμενη αξία στην περιοχή.

8) Η αξιοποίηση του ορεινού όγκου του Δήμου με τη δημιουργία ενός ή δύο καταφυγίων σε επιλεγμένα σημεία για την προώθηση του ορειβατικού τουρισμού, αλλά και άλλων δραστηριοτήτων που μπορούν να αναπτυχθούν στον ορεινό όγκο.

9) Δημιουργία Φορέα:
α) ανοιχτής εκπαίδευσης και ενημέρωσης όλων των κατοίκων σε όλα τα θέματα που τους αφορούν με την εθελοντική προσφορά των επιστημόνων που κατάγονται από την περιοχή ή και ευρύτερα από το νομό και την Κρήτη.
β) συντονισμού των πολιτιστικών δράσεων στα πλαίσια μιας συμφωνίας συνεργασίας όλων των επιμέρους φορέων που δραστηριοποιούνται ή θα δραστηριοποιηθούν στην περιοχή και όλοι οι φορείς μαζί να στηρίζουν την κάθε δράση ξεχωριστά.

10) Η δημιουργία διαδικτυακής πλατφόρμας σε συνδυασμό με την ηλεκτρονική υποδομή του νέου αεροδρομίου για την προβολή, διάθεση των προϊόντων της περιοχής αλλά και την μίσθωση καταλυμάτων για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών ή των διερχόμενων από το αεροδρόμιο, έστω και για ολιγοήμερη διαμονή προς παρακολούθηση των δράσεων που θα πραγματοποιούνται.

Όλα τα παραπάνω, αν ληφθούν υπόψη στο Ειδικό Αναπτυξιακό Σχέδιο για την περιοχή θα το καταστήσουν πράγματι αναπτυξιακό, με στόχο ένα άλλο όραμα για όλη την περιοχή αλλά και το νομό Ηρακλείου και την Κρήτη και έτσι μια κεντρική πύλη εισόδου για την Κρήτη, όπως θα είναι το νέο διεθνές αεροδρόμιο, θα μπορεί να συνδράμει και να συμβάλλει σ’ αυτές τις προσπάθειες που πραγματικά δημιουργούν ένα ευοίωνο μέλλον για όλους.
Επιπλέον, το όλο αναπτυξιακό μοντέλο μπορεί να διαμορφώσει ένα νέο διεκδικητικό πλαίσιο στήριξης και χρηματοδότησης από την Πολιτεία αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση, στα πλαίσια διακρατικών συνεργασιών και δράσεων που συμβάλλουν στην πρόοδο, την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή.

Τέλος, επειδή πιστεύω ότι όλοι αγαπούν τον τόπο τους και τη χώρα που ζούμε, θα συμβάλλει ο καθένας με τις δυνάμεις του ώστε να υλοποιηθούν αυτές οι σκέψεις και προτάσεις, αλλά και άλλες που θα κατατεθούν, για να υπάρξουν πρότυπα και για άλλες περιοχές και παρεμφερείς δράσεις προς όφελος όλων.